Ανακύκλωση της κρίσης ή νέα αρχή;
6/5/2017
Επτά χρόνια μετά την ανοικτή εκδήλωση της κρίσης, το κοινωνικό κλίμα παραμένει αρνητικό, ειδικά ως προς τις προοπτικές της οικονομίας αλλά και την πολιτική εμπιστοσύνη.
Δεν είναι όμως μόνο η γενικευμένη απαισιοδοξία που ταλανίζει τη χώρα. Είναι και οι αντιφατικές πολιτικές που κατακερματίζουν το πολιτικό σύστημα και δημιουργούν αδιέξοδα.
Μια από τις πλέον χαρακτηριστικές αντιφάσεις είναι η σταθερά πλειοψηφική επιθυμία να παραμείνει η χώρα στη ζώνη του ευρώ (επτά στους δέκα τάσσονται υπέρ) και από την άλλη πλευρά η εκτίμηση της επικείμενης συμφωνίας με τους θεσμούς για το δανειακό πρόγραμμα της χώρας, ως αρνητικής εξέλιξης (από το 68% των ερωτώμενων).
Προφανώς η χώρα επιχειρεί να εξέλθει από την κρίση με ένα πρόγραμμα το οποίο δεν είναι «ελληνικής ιδιοκτησίας» και σε κάθε περίπτωση δεν διαθέτει κοινωνική υποστήριξη.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο φαύλος κύκλος των κοινωνικών και πολιτικών διαψεύσεων, συνεχίζεται.
Ως αποτέλεσμα των αναποτελεσματικών πολιτικών –και ίσως και ως απαρχή-διαπιστώνεται η παρατεταμένη κρίση πολιτικής εμπιστοσύνης. Η σύγκριση της εμπιστοσύνης ανάμεσα στους μη-διαιρετικούς θεσμούς (όπως ο Στρατός, η Εκκλησία, η Αστυνομία και η Δικαιοσύνη) με τους πολιτικούς, οικονομικούς και συνδικαλιστικούς θεσμούς (όπως το Κοινοβούλιο, τα Κόμματα, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα ΜΜΕ και τα Συνδικάτα) είναι καταλυτική.
Ίσως έτσι να εξηγείται και το ότι η πλειοψηφία των πολιτών, παρά τις ιδιαίτερα χαμηλές αξιολογήσεις της Κυβέρνησης (μόλις το 13% έχει θετική γνώμη), τάσσεται κατά των πρόωρων εκλογών (61%).
Παρά την εκλογική καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ και το σαφές προβάδισμα της ΝΔ (το οποίο στην εκτίμηση ψήφου ανέρχεται περίπου στις 15 ποσοστιαίες μονάδες) δεν φαίνεται να υπάρχει ιδιαίτερη κοινωνική πίεση για επίσπευση των πολιτικών εξελίξεων.
Και δεν είναι μόνο το προβάδισμα στην πρόθεση ψήφου στο οποίο προηγείται η ΝΔ και ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Σε όλους τους δείκτες (όπως για παράδειγμα στην παράσταση νίκης σε περίπτωση εκλογών ή στο δείκτη της δημοφιλίας των πολιτικών αρχηγών) η ΝΔ προηγείται με μεγάλες διαφορές. Ωστόσο ο κ. Μητσοτάκης και η ΝΔ δεν έχουν απλώς να αναμετρηθούν τον κ. Τσίπρα και το ΣΥΡΙΖΑ.
Στην ουσία έχουν να αναμετρηθούν με ένα τοπίο κρίσης, αβεβαιότητας και ρευστότητας στους κομματικούς συσχετισμούς.
Αλλά αυτό ακριβώς το τοπίο αποτελεί και το μεγάλο εμπόδιο για την ανάκαμψη της Κυβέρνησης. Η χώρα χρειάζεται επειγόντως να γυρίσει σελίδα και να μπει σε κύκλο σταθερότητας και ανάκαμψης. Και όσο αυτό δεν συμβαίνει δεν θα υπάρχει και πολιτική ανάκαμψη για την Κυβέρνηση. Αν το στοίχημα για την Κυβέρνηση είναι η σταθεροποίηση της και η διεύρυνση του πολιτικού χρόνου στα θεσμικά όρια της θητείας της, τότε φαίνεται ότι σε αυτή τη συγκυρία τουλάχιστον, αυτό το πετυχαίνει. Αν όμως ο στόχος είναι η πολιτική της ανάκαμψη, χρειάζεται να κάνει πολλά ακόμη.
Δεν πρέπει επίσης να παραβλέπουμε ότι στις ανησυχίες που προκαλούν τα δικά μας εσωτερικά προβλήματα έρχονται να προστεθούν και οι εξελίξεις στα Βαλκάνια (κυρίως στη FYROM) αλλά και στην Τουρκία και στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις. Παρά τη δική μας δυσπραγία υπάρχει η αίσθηση ότι μπορεί να χάσουμε κι άλλα αφού το 47%, η σχετική πλειοψηφία δηλαδή, θεωρεί ότι βρισκόμαστε σε καλύτερη θέση συγκριτικά με τους γείτονες μας ενώ ένα σημαντικότατο ποσοστό (40%) θεωρεί ότι βρισκόμαστε σε χειρότερη θέση αποτυπώνοντας μια σχετική διχογνωμία για το που στεκόμαστε σήμερα.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι όλη αυτή η ρευστότητα στην περιοχή μας δεν θεωρείται ότι δημιουργεί ευκαιρίες για τη χώρα μας αλλά επιπρόσθετες απειλές (65%).
Και θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε στο σημείο αυτό ότι η αίσθηση αυτή δεν διαφορίζεται ούτε με βάση την τοποθέτηση στην παραδοσιακή κλίμα της Αριστεράς-Δεξιάς αλλά ούτε και με βάση την κοινωνική προέλευση. Είναι γενικευμένη και ευνοεί (η συναρτάται με) μία τάση αντι-Ε.Ε. και «κλειστότητας». Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι όσοι θεωρούν πως οι εξελίξεις λειτουργούν «απειλητικά» για τη χώρα μας, έχουν αρνητική γνώμη για την Ε.Ε. σε ποσοστό 56% ενώ όσοι θεωρούν ότι οι εξελίξεις δημιουργούν «ευκαιρίες» έχουν θετική γνώμη για την Ε.Ε. σε ποσοστό 51%.
Κλείνουμε με ένα σχόλιο για τους κομματικούς συσχετισμούς και ειδικά για τους μικρότερους από αυτούς: η ρευστότητα στο κομματικό σύστημα δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται ως νομοτέλεια απίσχνασης των υπαρχόντων σχημάτων. Δεν θα μας εξέπληττε εάν στο άμεσο μέλλον και σε συνάρτηση με τις ευρύτερες διεθνείς εξελίξεις βλέπαμε εσωτερική δυναμική σε υπάρχοντα σχήματα, ειδικά σε όσα καταφέρνουν να έχουν καθαρό και διακριτό πολιτικό στίγμα.
Εξάλλου η διάκριση «σύστημα/αντισύστημα» που όλο και περισσότερο τείνει να υποκαταστήσει την παραδοσιακή διαχωριστική γραμμή της Αριστεράς-Δεξιάς, νομίζουμε ότι θα μας απασχολήσει για καιρό ακόμη, όπως απασχολεί και ολόκληρη την Ευρώπη.
Στράτος Φαναράς
Το κείμενο συνόδευσε την πανελλαδική τηλεφωνική έρευνα που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 6 Μαΐου 2017.